ἀπόθετος

ἀπόθετος
ἀπόθετος
laid by
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • απόθετος — ἀπόθετος, ον (AM) [αποτίθημι] αρχ. 1. αυτός που έχει ριχτεί κάτω, που κείται κάτω 2. αποθηκευμένος, φυλαγμένος 3. κρυμμένος, μυστικός 4. αυτός που έχει διαφυλαχθεί για εξαιρετικές περιστάσεις μσν. το ουδ. ως ουσ. 1. τὸ ἀπόθετον η αποθήκη 2. τὰ… …   Dictionary of Greek

  • ἀπόθετον — ἀπόθετος laid by masc/fem acc sg ἀπόθετος laid by neut nom/voc/acc sg ἀποτίθημι put away aor imperat act 2nd dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθέτοις — ἀπόθετος laid by masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθέτου — ἀπόθετος laid by masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθέτους — ἀπόθετος laid by masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθέτων — ἀπόθετος laid by masc/fem/neut gen pl ἀποτίθημι put away aor imperat act 3rd dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθέτῳ — ἀπόθετος laid by masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόθετα — ἀπόθετος laid by neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόθετοι — ἀπόθετος laid by masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”